Ερωτήσεις από γονείς

Προκειμένου να τηρηθούν θέματα εμπιστευτικότητας, στα παρακάτω άρθρα δεν αναφέρονται ονόματα. Επιπλέον, κάποιες λεπτομέρειες μπορεί να έχουν τροποποιηθεί ή να έχουν παραληφθεί με σκοπό να τηρηθεί το ιατρικό απόρρητο.

Πώς να απαντήσει κανείς όταν βρίσκεται στο δίλημμα: Αν προσπαθήσω να το σταματήσω τότε τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα, αλλά αν δεν προσπαθήσω να το σταματήσω τότε τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα;

Οι γονείς των παιδιών με σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς νιώθουν συχνά ότι έχουν λιγότερη δύναμη και εξουσία από τα παιδιά τους, πιστεύουν ότι τίποτα δε λειτουργεί και αισθάνονται ηττημένοι προκαταβολικά όταν υπάρχουν απαιτήσεις από την πλευρά των παιδιών ή συγκρούσεις. Κάποιοι αντιδρούν τιμωρητικά ή βίαια. Άλλοι υποχωρούν στις απαιτήσεις του παιδιού τους και άλλοι αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στην αντεπίθεση και την υποχώρηση. Αυτές ακριβώς οι συμπεριφορές είναι που ενισχύουν την κλιμάκωση της έντασης. Έχουν περιγραφεί δύο τύποι κλιμάκωσης: (α) η συμπληρωματική κλιμάκωση, όπου η υποχωρητικότητα του γονέα αυξάνει τις απαιτήσεις του παιδιού και τις απειλές του και (β) η ανταγωνιστική κλιμάκωση, όπου η επιθετικότητα προκαλεί επιθετικότητα κ.ο.κ.

Ένας τρόπος απάντησης που μπορεί να σταθεί βοηθητικός είναι η Μη Βίαιη Αντίσταση, για την οποία θα βρείτε περισσότερες πληροφορίες, και τεχνικές, στον παραπάνω σύνδεσμο.

Δημήτρης Φιλοκώστας
Παιδοψυχίατρος, Θεσσαλονίκη

Ιδιαίτερα στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, αρκετά παιδιά φαίνεται να χρειάζονται βοήθεια ώστε να οργανωθούν σε σχέση με τις σχολικές τους υποχρεώσεις. Οι πιο πολλοί δάσκαλοι θεωρούν δεδομένο ότι οι γονείς διαβάζουν τα παιδιά τους και μάλιστα κάποιοι μπορεί να επιρρίπτουν την ευθύνη για τις ελλείψεις του παιδιού στο σχολείο και στους ίδιους τους γονείς. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχω αντιληφθεί μια ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα σε γονείς και σχολείο, κατά την οποία και οι δύο πλευρές παρουσιάζουν το ίδιο επιχείρημα:

«Δεν φταίμε εμείς που το παιδί δεν μαθαίνει, κάντε κάτι κι εσείς…»

Η γενίκευση κάποιων κανόνων σε σχέση με τη σχολική μελέτη δεν είναι απαραίτητα βοηθητική. Η ιστορία της κάθε οικογένειας είναι διαφορετική, οπότε μια συμβουλή που θα μπορούσε να φανεί χρήσιμη σε μία περίπτωση, σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να προκαλέσει επιπλέον δυσκολίες.

Τέλος πάντων, αυτά που λέτε τα σέβομαι σαν γονιός. Παρόλα αυτά θα προτιμούσα να μου δώσετε μια συμβουλή, κι ας την πάρει το ποτάμι.

Θα προτείνω σαν ιδέα μόνο, σαν ένα πείραμα μάλλον, και όχι σαν μια συνταγή επιτυχίας, το εξής:

Αντί να προσπαθείτε να κάνετε το παιδί σας να διαβάσει, αρχίστε να διαβάζετε εσείς. Κλείστε την τηλεόραση και προγραμματίστε μια βολική ώρα το απόγευμα, που θα είναι ώρα μελέτης. Διαβάστε ένα βιβλίο που να σας αρέσει πολύ, οτιδήποτε, προτείνοντας στο παιδί ότι την ίδια ώρα μπορεί κι εκείνο να μελετήσει. Αν το μικρό σας πιέζει να το βοηθήσετε, ζητήστε του να προσπαθήσει μόνο του και υποσχεθείτε ότι, στο τέλος της ώρας μελέτης, π.χ. στις οχτώ ακριβώς και για δέκα λεπτά, θα κοιτάξετε μαζί όσα το δυσκολεύουν. Μιλήστε του παράλληλα για το βιβλίο που διαβάζετε. Περιγράψτε του ότι είναι τόσο ωραίο που δεν θέλετε να το αφήσετε από τα χέρια σας, όσο διαρκεί η ώρα μελέτης. Φροντίστε να μιλήσετε για το βιβλίο σας αργότερα και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Μιλήστε για όσα σας συναρπάζουν σε όσα διαβάζετε. Διαβάστε και εκτός της ώρας μελέτης, φροντίζοντας να έχετε την τηλεόραση κλειστή, ή κατά το δυνατόν μακριά σας. Ρωτήστε το μικρό για το δικό του διάβασμα. Βρήκε τίποτα που να του άρεσε; Τι θα του άρεσε να διαβάζει αν μπορούσε να διαλέξει μόνο του; Πώς του φαίνεται το ότι βλέπει κι άλλους στο σπίτι να διαβάζουν;

Η πρότασή μου θα μπορούσε να εφαρμοστεί σαν ένα πείραμα για είκοσι μέρες, αρκεί να τηρηθεί σε καθημερινή βάση. Σ’ αυτόν τον διαθέσιμο χρόνο λοιπόν… για να το υπολογίσω… Θα προφτάσετε να διαβάσετε από ένα μέχρι δυόμιση βιβλία. Δεν είναι και μικρό πράγμα.

Η βασική ιδέα που κρύβεται πίσω από τα παραπάνω είναι ότι το βιβλίο και η μελέτη αποτελούν οπωσδήποτε και θέμα προτύπων. Όταν το παιδί δεν βλέπει κανέναν στο σπίτι να απολαμβάνει το διάβασμα, όταν τους βλέπει όλους αγχωμένους με όσα έχουν να κάνουν ή χαμένους μπροστά στην τηλεόραση, τότε γιατί να θελήσει να κάνει τη διαφορά;

Θα περιμένω τις παρατηρήσεις σας.

Έχετε να προτείνετέ κανένα καλό βιβλίο;

Ξεκινήστε με τη Νεραϊδοφωνή, επειδή είναι δυο ώρες υπόθεση (άμα δεν παινεύαμε το σπίτι μας…).

Τον Κώδικα Da Vinci τον έχετε διαβάσει;

Το Να σου πω μια ιστορία;

Τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών;


Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Ο γιος μου ξεκίνησε στην α΄ δημοτικού. Δυσκολεύεται στο να διαβάσει. Ενώ αναγνωρίζει τις φωνές - συλλαβές εντούτοις δεν μπορεί να σχηματίσει τη λέξη. Βέβαια κάθε φορά που είναι να διαβάσει - αναγνώσει φράσεις ΄΄αναγουλιάζει΄΄ θα έλεγα. Ενώ στα μαθηματικά πάει πολύ καλά, εντούτοις στο διάβασμα έχουμε πρόβλημα. Βέβαια όταν διαβάσει κάτι το μαθαίνει απ' έξω και το θυμάται για μέρες. Καταλαβαίνετε ότι έχω φτάσει στα όρια της τρέλας. Τι μπορώ να κάνω;

Δεν ξέρω αν το συζητήσατε και με τη δασκάλα του παιδιού στο σχολείο και ποια ήταν η γνώμη της. Η δική μου ιδέα διαβάζοντας το γράμμα σας ήταν ότι ο μικρός χρειάζεται χρόνο. Πρόκειται για μια φάση προσαρμογής σε ένα ολότελα καινούριο και οπωσδήποτε απαιτητικό πλαίσιο. Μπορεί να χρειάζεται χρόνο μέχρι να συνηθίσει την τέχνη της ανάγνωσης, ή μπορεί και να αισθάνεται πιεσμένος την ώρα που σχηματίζει συλλαβές. Όπως και να έχουν τα πράγματα, θα πρότεινα να περιμένετε μέχρι να περάσει ακόμα λίγος καιρός, ίσως μέχρι τις αρχές της άνοιξης, προκειμένου ν' ανησυχήσετε. Θα βρει τον τρόπο μόνος του….

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη



Θα ήθελα κάποιες συμβουλές που θα με βοηθήσουν να χειριστώ τον γιό μου ο οποίος δεν κάθεται μόνος του να διαβάσει. Είναι σχεδόν 10 ετών και πάει φέτος Ε΄δημοτικού. Προσπαθώ μιλώντας του να τον πείσω να πάει μόνος για διάβασμα. Φέτος όμως αντιμετωπίζω και μια σχετική αντίδραση από μέρους του π.χ. “θα πάω αδιάβαστος δεν με νοιάζει”, ενώ κατά βάθος ξέρω ότι τον στεναχωρεί απλά δεν το παραδέχεται. Σε γενικές γραμμές είναι ένα πολύ καλό και ευαίσθητο παιδί με αυξημένο το αίσθημα ευθύνης σε άλλα πράγματα. Του μιλάω πολύ προσπαθώντας να του εξηγήσω ότι θα κερδίσει χρόνο από το παιχνίδι του και θα έχει λιγότερη γκρίνια.

Συνήθως, όταν οι γονείς έρχονται να συζητήσουν για τα προβλήματα των παιδιών τους στο σχολείο, μιλάνε για την αγωνία τους ότι το παιδί θα μεγαλώσει και θα συνεχίσει να μην τα καταφέρνει, και θα βρεθεί κάποτε χωρίς δουλειά. Αυτή η αγωνία μπορεί να πυροδοτεί καυγάδες στο σπίτι για το διάβασμα και γενικότερα, να γίνεται το επίκεντρο των συζητήσεων και του ενδιαφέροντος για όλη την οικογένεια.
Είναι εύκολο ίσως να απαντήσουμε στην ερώτηση: “Τι θέλω από το παιδί μου να κάνει;” Αλλά ποια είναι η απάντηση στην ερώτηση: “Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους θα ήθελα το παιδί μου να κάνει εκείνο που θέλω να κάνει;”

Τίνος ευθύνη είναι το διάβασμα; Του μαθητή ή της μαμάς του μαθητή; Ή του μπαμπά; Ή της δασκάλας;
Η γνώμη μου είναι ότι το κάθε παιδί έχει τη δυνατότητα να κατακτήσει μια ηθική στάση βασισμένη στην αυτονομία και την εγγύτητα, έτσι ώστε να αναγνωρίζει την ευθύνη του για τις πράξεις και τις επιλογές του και να κατανοεί παράλληλα ότι το να είναι καλά σημαίνει το ίδιο με το να είναι οι άλλοι καλά.

Δεν νομίζω να υπάρχουν χρυσές συμβουλές για να πείσετε το παιδί σας να διαβάσει. Θα πρότεινα όμως να ξεκινήσει ένας διάλογος μεταξύ σας, ενδεχομένως αρχίζοντας με την ερώτηση: “Πώς μπορώ να έρθω πιο κοντά στον γιο μου, ώστε να μπορώ να τον καταλαβαίνω και να με καταλαβαίνει;”


Δημήτρης Φιλοκώστας
Παιδοψυχίατρος, Θεσσαλονίκη


Ο μπαμπάς της Ελένης είναι χρήστης ουσιών. Η Ελένη είναι δώδεκα ετών. Πώς μπορώ να της μιλήσω για το ότι “ο μπαμπάς είναι άρρωστος” και να το καταλάβει; Εκείνη λέει ότι ο μπαμπάς της είναι χαζός.

Όταν η οικογένεια χρειάζεται να έρθει αντιμέτωπη με μια κρίση, οι γονείς αισθάνονται την ανάγκη να βρουν μια εξήγηση για όσα συμβαίνουν. Μια εξήγηση τόσο καθαρή και απόλυτη ώστε τα παιδιά να την καταλάβουν. Η κρίση όμως, ως ορισμός, εμπεριέχει την ανάγκη για αλλαγή: Είναι το σημείο εκείνο στο οποίο χρειάζεται η οικογένεια να σταθεί και να συζητήσει για όσα χρειάζεται να αλλάξουν, για μετακινήσεις και διαφοροποιήσεις, αλλά και για τη θέση που θα ήθελε να πάρει το κάθε μέλος απέναντι στο πρόβλημα. Οι καθαρές κι απόλυτες εξηγήσεις μπορεί να στέκονται σαν εμπόδια στον διάλογο για όσα χρειάζεται ν' αλλάξουν. Αν ο μπαμπάς είναι “άρρωστος”, τότε το μόνο που μπορεί να γίνει είναι να πάει σε κάποιον ειδικό. Κι αν ο μπαμπάς δεν θέλει να πάει σε ειδικό, τότε τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας μπορεί να παραλύσουν, να αποσυρθούν από την ευθύνη να απαντήσουν με οποιοδήποτε τρόπο σε όσα μια κρίση μπορεί να σημαίνει.

Η συσχέτιση της χρήσης ουσιών με μια αρρώστια, από τη μια πλευρά μπορεί να απενοχοποιεί τον χρήστη αλλά από την άλλη, νομίζω πως συρρικνώνει την αίσθηση του ελέγχου -την ευθύνη του χρήστη απέναντι στη ζωή του και τις επιλογές του. Αν η Ελένη αποδεχτεί ότι ο πατέρας της είναι άρρωστος, τότε ίσως, θα μεγαλώσει με τον φόβο μήπως αρρωστήσει κι η ίδια. Δεν είναι έτσι;

Το σημαντικό νομίζω είναι να δημιουργήσετε τον χώρο εκείνο για διάλογο με το παιδί, ώστε να αισθανθεί αρκετά ασφαλές και να μοιραστεί συναισθήματα, σκέψεις κι ανησυχίες σε σχέση με τον μπαμπά. Θα ήθελα να ρωτήσω ας πούμε την Ελένη: “Λες ότι ο μπαμπάς είναι χαζός, μπορείς να μου πεις λίγο περισσότερα γι' αυτό;” Κι απλά να την ακούσω. Χωρίς να κατακρίνω κάτι και χωρίς να αισθάνομαι την ανάγκη να δώσω απαντήσεις. Θα ήθελα επίσης ν' ακούσω τι σκέφτεται για τη χρήση ουσιών, τι έχει ακούσει από τις παρέες της, από την τηλεόραση και το διαδίκτυο, “...Είναι επιλογή, ή αρρώστια ή απλά χαζομάρα; Ή όλα αυτά μαζί; Ή κάτι άλλο;”
Και να ρωτήσω αργότερα: “Εσύ τι νομίζεις ότι χρειάζεται να γίνει από δω και πέρα;” Κι αν για την Ελένη θα είναι δύσκολο ν' απαντήσει, να προσπαθήσω να μοιραστώ μαζί της κάποιες ιδέες για μετακινήσεις. Από τον ρόλο μου ως ειδικός, προτείνω συχνά μια σειρά από επιλογές ώστε η οικογένεια, ή κάποια από τα μέλη της οικογένειας, να διαλέξουν. Όταν ο άλλος είναι σε σύγχυση μπορεί να τον βοηθήσει αν του δώσεις μερικές επιλογές και τον αφήσεις να διαλέξει: “Θα ήθελες να πάμε μαζί σε έναν οικογενειακό θεραπευτή; Θα ήθελες μήπως να αναζητήσουμε κάποια ομάδα αυτοβοήθειας για οικογένειες εξαρτημένων ατόμων; Ή απλά να καθόμαστε και να συζητάμε, όπως τώρα, για όσα σε προβληματίζουν, μια δυο φορές την εβδομάδα, οι δυό μας, όταν τελειώνεις τα μαθήματά σου; Θα μπορούσαμε να αποφασίσουμε μαζί για το τι θα θέλαμε να ζητήσουμε από τον μπαμπά να κάνει -κι ας αρνηθεί. Είναι σημαντικό τουλάχιστον, να εκφράσουμε ένα ξεκάθαρο αίτημα απέναντι στις δύσκολες συμπεριφορές του”.
Να επαναλάβω ότι, για να μιλήσει η Ελένη για τον μπαμπά της και για τη χρήση ουσιών, θα χρειαστεί να αισθανθεί αρκετά ασφαλής απέναντί σας. Οπότε, επιτρέψτε μου να κλείσω με μια ερώτηση. Τι θα περιμένατε να κάνει η δική σας μητέρα για να αισθανθείτε ασφάλεια κι εμπιστοσύνη, έτσι ώστε να καταφέρετε να μιλήσετε μαζί της για κάτι δικό σας που να είναι δύσκολο κι οδυνηρό, σαν αγκάθι;

(το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στο singleparent.gr τον Οκτώβριο του 2014)


Δημήτρης Φιλοκώστας
Παιδοψυχίατρος, Θεσσαλονίκη

Η κόρη μου είναι δεκατριών ετών και μας πιέζει για να αγοράσει μια τηλεόραση για το δωμάτιό της. Πώς μπορούμε να την πείσουμε ότι δεν τη χρειάζεται;

Διαβάζοντας το γράμμα σας παρέμεινα αμφιθυμικός απέναντι στις δυο φωνές που ακούγονται μέσα στην οικογένεια.

Από τη μια πλευρά σέβομαι τη δική σας φωνή σαν μητέρα, όταν εκφράζετε την ανησυχία για όσα μια τηλεόραση στο δωμάτιο της κόρης σας μπορεί να σημαίνει. Φαντάζομαι ότι σε μια τέτοια περίπτωση προκύπτουν θέματα ελέγχου αλλά και φροντίδας, όπως το αν η κόρη σας θα μπορεί να διαβάσει με την τηλεόραση μέσα στον προσωπικό της χώρο, αν θα ξενυχτά παρακολουθώντας ταινίες, αν θα καταφέρετε σαν γονείς να προστατέψετε το παιδί σας από εκπομπές που δεν αρμόζουν στην ηλικία του. Από την άλλη πλευρά σέβομαι και τη φωνή της κόρης σας η οποία διεκδικεί μια κάποια αυτονομία μέσα στο σπίτι. Το να έχει τη δική της τηλεόραση θα μπορούσε ενδεχομένως να σημαίνει ότι θα έχει την ελευθερία να επιλέγει τι θα βλέπει, χωρίς κανείς να ελέγχει, ή να σχολιάζει, ή να ενοχλεί με το να ζητά να αλλάξει κανάλι… Όμως αυτά είναι περισσότερο η δική μου φαντασία για το τι μπορεί να συμβαίνει, με βάση κυρίως την εμπειρία μου από τη δική μου οικογένεια αλλά και από τις οικογένειες που συναντώ σαν θεραπευτής.

Στην περίπτωση ενός κοριτσιού που γίνεται σιγά σιγά έφηβη, τα όρια αυτά μπορεί συχνά να γίνονται αντικείμενο διαλόγου ή και αντιπαράθεσης με τους γονείς. Σε κάποιες οικογένειες η δημοκρατική διαπραγμάτευση των κανόνων μπορεί να είναι συχνή. Σε άλλες οικογένειες πάλι, οι γονείς επιλέγουν μια περισσότερο αρχηγική στάση απέναντι στον έφηβο. Δεν ξέρω τι μπορεί να ταιριάζει περισσότερο σε σας σαν οικογένεια.

Οι δυσκολίες προκύπτουν μερικές φορές όταν τα όρια που θέτουν οι γονείς δεν διατυπώνονται με καθαρότητα και συνέπεια.

Αν συμμετείχα σε έναν διάλογο με την οικογένεια, θα ρωτούσα την κόρη σας για το νόημα που μπορεί να έχει για την ίδια μια τηλεόραση στο δωμάτιό της. Τι είναι αυτό που φαντάζεται διαφορετικό στη ζωή της με μια δική της τηλεόραση; Τι τη δυσκολεύει πιο πολύ στο να παρακολουθεί τηλεόραση στο σαλόνι; Πώς φαντάζεται ότι θα καταφέρνει να οργανώσει τα μαθήματά της, όταν ο πειρασμός μιας τηλεόρασης θα την περιμένει; Θα τα κατάφερνε άραγε να διατηρήσει ένα σταθερό ωράριο ύπνου; Πώς της φαίνεται που οι γονείς της δεν συμφωνούν με το θέμα της τηλεόρασης; Για ποιον λόγο μαντεύει ότι τής απαγορεύεται να έχει μια τηλεόραση στο δωμάτιό της; Τι την ενοχλεί, ή τη στεναχωρεί, σ’ αυτή τη στάση της μαμάς και του μπαμπά;

Αλλά θα ήθελα να ρωτήσω κι εσάς (αλλά και το σύζυγό σας), για ποιο λόγο μπορεί η κόρη σας να θέλει την τηλεόραση στο δωμάτιό της; Από ποια ηλικία και μετά θεωρείτε ότι μια έφηβη έχει δικαίωμα να πάρει μια τηλεόραση για το δωμάτιό της; Πώς φαντάζεστε ότι θα είναι τα πράγματα όταν η κόρη σας αποκτήσει την τηλεόραση που ζητά;

 Νομίζω πως έχει σημασία η συζήτηση με την κόρη σας, σε σχέση με τα παραπάνω θέματα. Η παράταση ενός τέτοιου διαλόγου δεν έχει απαραίτητα αρνητική σημασία. Βοηθά ενδεχομένως εσάς σαν γονείς να διατυπώσετε με καθαρότητα τη στάση σας απέναντι στα όρια που χρειάζεται να τίθενται σε ένα παιδί και, παράλληλα, βοηθά την κόρη σας να αναγνωρίσει και να επεξεργαστεί τους κανόνες που επικρατούν στο σπίτι.

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Ο γιός μου είναι 11 χρονών και από πέρυσι που αλλάξαμε σχολείο δεν διαβάζει τόσο. Δεν προσέχει τον δάσκαλό του, είναι αφηρημένος στην τάξη και δεν έχει και μνήμη. Μου έλεγε συνεχώς πέρυσι να αλλάξουμε σχολείο. Ο δάσκαλός του λέει ότι στην αρχή της χρονιάς ήταν καλύτερος και τώρα είναι χειρότερος. Τι μπορώ να κάνω για να τον παροτρύνω να γίνει καλύτερος;

Νομίζω ότι η αλλαγή σχολείου μπορεί να σχετίζεται με όσα περιγράφετε. Προφανώς από πέρυσι ο μικρός αισθανόταν άσχημα και γι’ αυτό ζήτησε να φύγει από το σχολείο του. Μπορεί αυτό να έχει σχέση με τον νέο δάσκαλο, αλλά μπορεί και να συνδέεται με άλλα πράγματα, όπως το πώς τον υποδέχτηκαν και του φέρονται οι συμμαθητές του, το αν κατάφερε να κάνει νέους φίλους. Μπορεί απλά το κλίμα μέσα στην τάξη να μην επιτρέπει στον μικρό να συγκεντρωθεί. Για παράδειγμα αν στο θρανίο που κάθεται τα άλλα παιδιά κουβεντιάζουν και παίζουν μεταξύ τους. Δεν ξέρω. Χρειάζεται να καταλάβουμε καλύτερα το πώς αισθάνεται πηγαίνοντας στο σχολείο, τι μπορεί να τον δυσκολεύει ή να τον μπερδεύει. Η σχέση με τον δάσκαλο μπορεί να είναι καθοριστική σε τέτοιες περιπτώσεις. Θα είχα την περιέργεια να ρωτήσω τι σημαίνει για τον δάσκαλο «καλύτερος» και «χειρότερος» μαθητής.

Το σίγουρο για μένα είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις θα ήταν ανεπίτρεπτο να μιλήσουμε για διάσπαση προσοχής. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι ο μικρός ζορίζεται στο σχολείο του, κάτι που χρειάζεται αρκετή συζήτηση προκειμένου να το διερευνήσουμε.

Οι πληροφορίες που έχω είναι λίγες και δυσκολεύομαι να μιλήσω για νέες ιδέες και λύσεις όταν δεν έχω γνωρίσει το παιδί και την οικογένειά του.

Ρωτήστε τον μικρό εκ μέρους μου,

 -Αν θα μπορούσε ν’ αλλάξει κάτι στο σχολείο του, τι θα ήταν αυτό;

-Σε ποια πράγματα αισθάνεται να τα καταφέρνει καλά στο σχολείο, και σε ποια αισθάνεται ότι χρειάζεται πολλή προσπάθεια;

-Τι σημαίνει για τον ίδιο καλός μαθητής; Και τι σημαίνει κακός μαθητής;

-Ποιοι είναι οι καλύτεροί του φίλοι;

-Μπορεί άραγε να έχει και εχθρούς, εκτός από φίλους;

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Νομίζω ότι η πρώτη φορά στην κατασκήνωση μοιάζει με την πρώτη φορά στο σχολείο. Τόσο για το παιδί όσο και για τους γονείς προκύπτει το ζήτημα του αποχωρισμού. Η οικογένεια περνά σε μια διαφορετική φάση του κύκλου ζωής, όταν δηλαδή πέρα από το να είμαστε μαζί, μαθαίνουμε να ζούμε και χωριστά. Για το παιδί αυτό μπορεί να σημαίνει ελευθερία, μακριά από τις πιέσεις της μαμάς και του μπαμπά, αλλά και φόβο για το άγνωστο. Για τους γονείς που μένουν πίσω μπορεί και να προκύψει η πρόκληση να ασχοληθούν με τη σχέση μεταξύ τους, χωρίς την παρουσία και τις ανάγκες των παιδιών. Για τη μαμά και τον μπαμπά, η κατασκήνωση μπορεί να έχει το νόημα της απελευθέρωσης αλλά και της αγωνίας για το καινούριο. Τα ζητήματα αυτά συμπυκνώνονται στα ερωτήματα: «θα τα καταφέρει μόνο του;» Και, γιατί όχι: «θα τα καταφέρουν χωρίς εμένα;»

 - Σε ποιες περιπτώσεις ένα παιδί δεν μπορεί να πάει κατασκήνωση;

Όλα τα παιδιά μπορούν να πάνε στην κατασκήνωση. Φυσικά κάποια παιδιά φοβούνται ή δυσκολεύονται με τους κανόνες μιας ομάδας, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα τα καταφέρουν. Είναι όμως και θέμα χρόνου. Μπορεί η ίδια η οικογένεια να μην είναι ακόμα έτοιμη για έναν αποχωρισμό…

 -Σε ποια ζητήματα πρέπει να δώσουμε έμφαση για την καλή προετοιμασία του;

Δεν νομίζω να χρειάζεται να ανησυχούμε για κάτι συγκεκριμένο. Αν το πιτσιρίκι αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα, ας το συζητήσει με τους ομαδάρχες ή τους φίλους  του. Ας μάθει να ζητά βοήθεια κι από άλλους ανθρώπους πέρα από τους γονείς του και τον δάσκαλο.

 -Αξίζει να «πιέσουμε» αν η ιδέα της κατασκήνωσης σαν κάτι άγνωστο τρομοκρατεί το παιδί;

Αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που λειτουργούμε σαν οικογένεια. Αν κάθε φορά χρειάζεται να πιέζουμε το παιδί ώστε να τα καταφέρει, τότε και με το θέμα της κατασκήνωσης μπορεί να ισχύσει το ίδιο. Για να τα καταφέρει θα χρειαστεί λίγο σπρώξιμο. Αν πάλι επικρατεί ένα περισσότερο δημοκρατικό κλίμα στο σπίτι, τότε η πίεση μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα. Οπωσδήποτε χρειάζεται να ρωτήσουμε για να καταλάβουμε: «Τι φοβάται σε σχέση με την κατασκήνωση; Υπάρχουν και πράγματα για τα οποία δεν φοβάται; Τι λύσεις θα μπορούσε να βρει απέναντι σε όσα το δυσκολεύουν; Από πού θα μπορούσε να ζητήσει βοήθεια αν χρειαστεί;»

 -Ποια είναι τα οφέλη του παιδιού που θα ζήσει το διάστημα αυτό μακριά από την οικογενειακή του εστία;

Το παιδί στην κατασκήνωση κάνει φίλους και μαθαίνει να ακολουθεί τους κανόνες ενός ευρύτερου πλαισίου. Αλλά το πιο σημαντικό όφελος νομίζω, είναι το παιχνίδι μαζί με τα άλλα παιδιά. Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα απ’ το παιχνίδι.

 -Τι κάνουμε αν αρχίσει να κλαίει από το πρώτο βράδυ; Πόσο περιθώριο μπορούμε να  δώσουμε;

Όταν κλαίει, είναι οι γονείς που αποφασίζουν για το τι χρειάζεται να γίνει. Είναι η ίδια η σχέση ανάμεσα στο παιδί και τους γονείς που θα δώσει την απάντηση. Δεν μπορώ να μιλήσω με κανόνες και όρια, επειδή η κάθε οικογένεια έχει τον δικό της ξεχωριστό τρόπο να απαντά στο κλάμα ενός παιδιού.

 -Βλάπτουν ή ωφελούν οι επισκέψεις των γονέων το Σαββατοκύριακο;

Πάνω σ’ αυτό το θέμα, μπορούμε να ρωτήσουμε το ίδιο το παιδί να μας πει τη γνώμη του. Και ν’ αποφασίσουμε μαζί του.

 -Έχουμε δικαίωμα να ζητήσουμε από τα μεγαλύτερα αδέλφια του -αν πάνε στην ίδια κατασκήνωση- να «προσέξουν» το πρωτάκι;

Εξαρτάται από τη σημασία που έχει το «προσέχω» για την κάθε οικογένεια. Αν σημαίνει ότι χρειάζεται να φροντίζω για τον μικρότερο αδερφό μου όπως η μαμά, τότε οι ρόλοι μέσα στην κατασκήνωση μπερδεύονται. Αν πάλι το «προσέχω» σημαίνει στηρίζω αν χρειαστεί, τότε και τα δύο παιδιά θα έχουν την άνεση να είναι και μαζί και χώρια όσο τα ίδια θελήσουν.

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Η μικρή εκτός από τα νύχια της (αυτό το κάνω κι εγώ) τρώει και τα μαλλιά της. Διάβασα πρόσφατα ότι είναι πολύ επικίνδυνο. Επίσης κάποιες φορές μιλάει σαν μωρό. πχ "Δεν θέλει πάει σχολείο σήμερα" αντί να πει δεν θέλω σήμερα να πάω σχολείο. Τέλος είναι πολύ ήρεμη και λογική αλλά τις σπάνιες φορές που βγαίνει εκτός εαυτού κλαίει ασταμάτητα, μας χτυπάει μιλάει μόνη της, απειλεί και είναι πολύ δύσκολο να ηρεμήσει. Μπορεί να πάρει και 2 ώρες για να σταματήσει. Είναι εφτά χρονών και έχει μια μεγαλύτερη αδερφή και μια μικρότερη (κοντά στις ηλικίες).

Η μικρή μου δίνει την αίσθηση ότι μέσα από τις δύσκολες συμπεριφορές της «μικραίνει» απέναντι στις αδερφές της. Αναρωτιέμαι, πόσο δύσκολο μπορεί να είναι το να βρίσκεσαι ανάμεσα σε μια μεγάλη και μια μικρή αδερφή. Πόσο λίγο χώρο μπορεί ν' αφήνει αυτό ώστε να σε προσέξουν η μαμά κι ο μπαμπάς. Όταν η μικρή γίνεται μικρότερη, όταν δηλαδή γκρινιάζει και θυμώνει επίμονα, όταν μιλά σαν μωρό, όταν τρώει τα νύχια της και τα μαλλιά της, μπορεί να θέλει να μιλήσει για την ανάγκη της για περισσότερο χώρο και φροντίδα. Νομίζω ότι θα ήταν χρήσιμο να μπουν όλα αυτά σε μια συζήτηση με έναν ειδικό. Θα πρότεινα να δείτε κάποιον εξειδικευμένο στην οικογενειακή θεραπεία στην περιοχή όπου κατοικείτε.

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Ο γιος μου είναι δέκα ετων στην εκτη ταξη ηταν παντα αδιαφορος ως προς τα μαθηματα, ασυνεπης και ανοργανωτος, φετος τα πραγματα χειροτερεψαν,εχει προβλημα συμπεριφορας, ειναι ανησυχος στην ταξη, αντιμιλαει και αρνειται να διαβασει λεγοντας πως δεν εχει τιποτα ενω γνωριζει οτι γραφει την επομενη μερα τεστ, παραλληλα εχει τρομερο προβλημα με την γραπτη εκφραση, μη μπορωντας ουτε να μαθει αλλα ουτε να διατυπωσει προφορικα μαθηματα σε γραπτα. Εχει ομως φωτογραφικη μνημη ενω ειναι ορθογραφος. Ειναι υπερκινητικος και αντιδραστικος στο σπιτι, και δεν δειχνει να αντιδρα σε καμια μεθοδο που εχω βρει στο ιντερνετ για την διασπαση (επιβραβευση, τιμωρια απο το παιχνιδι, δεκαδες αλλα). Λογω της δεινης οικονομικης καταστασης δεν μπορω να τον παω σε ειδικο αλλα θα ηθελα παρα πολυ την γνωμη σας, ισως και καποια συμβουλη μηπως και καταφερω να αλλαξω αυτη την κατασταση γιατι τρεμω το γυμνασιο του χρονου.

Δεν μπορώ να ξέρω τι θα βοηθούσε σε σχέση με τη μελέτη του γιου σας. Θα ήταν εξαιρετικά βιαστικό να μιλήσω με διαγνώσεις ή με συμβουλές, από τη στιγμή που έχω μόνο μία περιγραφή της κατάστασης, χωρίς να έχει ακουστεί καν η φωνή του παιδιού. Ανάλογα με τον τόπο στον οποίο μένετε θα μπορούσα να σας παραπέμψω σε έναν δημόσιο χώρο (ιατροπαιδαγωγικό κέντρο, ΚΕΔΔΥ, Κέντρο Ψυχικής Υγείας) όπου θα μπορούσε να γίνει μία εκτίμηση, και ενδεχομένως να ακούσετε κάτι βοηθητικό.

Θα ήθελα όμως να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις, βασισμένες σε όσα διάβασα. Το ότι είναι «αντιδραστικός» στο σπίτι θα μ' έσπρωχνε να ρωτήσω:

Πότε δεν είναι αντιδραστικός;

Πότε φαίνεται να είναι καλά όταν είστε μαζί και πότε δείχνει διάθεση να κάνει κάτι σε σχέση με τα μαθήματά του;

Στο σπίτι πώς είναι τα πράγματα όταν είστε μαζί; Σε τι τα καταφέρνει καλά ο μικρός;

Και αν ο μικρός συνεχίσει να μην ενδιαφέρεται για το σχολείο, κι αν δεν βρεθεί λύση στο πρόβλημα, τότε τι μπορεί να σημαίνει αυτό για σας;

Αν είχατε αποδεχτεί ότι το πρόβλημα θα συνεχίσει να υπάρχει, τι μπορεί να άλλαζε στη σχέση σας μαζί του;

Δημήτρης Φιλοκώστας, Παιδοψυχίατρος
Θεσσαλονίκη

Γίνεται να είναι ερωτευμένο από τόσο μικρό;

Μπορεί ν’ ακούγεται περίεργο, αλλά σε μελέτες έχει φανεί ότι παιδιά πολύ μικρής ηλικίας, ακόμα και τριών ή τεσσάρων χρονών, μπορεί να εκδηλώσουν έντονα συναισθήματα αγάπης - αυτό που ονομάζουμε παθιασμένο έρωτα. Φαίνεται ότι το αίσθημα του φόβου και η ανασφάλεια, μπορεί να επιτείνουν την ανάγκη ενός παιδιού, όπως και ενός ενήλικα, να ερωτευτεί με πάθος.

Το ερωτικό ενδιαφέρον, ο έρωτας, δεν έχει διαφοροποιήσεις σε σχέση με την ηλικία. Είναι η ανάγκη να είσαι μαζί με τον άλλον. Όταν είσαι μαζί και αισθάνεσαι ότι έχεις την αγάπη και το ενδιαφέρον του άλλου τότε μπορεί να αισθάνεσαι χαρά, μέχρι την έκσταση. Κι όταν τον αποχωρίζεσαι, αισθάνεσαι άδειος κι απελπισμένος. Λένε ότι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζει κάποιος τα ερωτικά του συναισθήματα -με περισσότερη ή λιγότερη ανασφάλεια- αντανακλά στη σχέση που είχε σαν βρέφος απέναντι στη μητέρα του. Όπως έγραφε ο Έριχ Φρομ, υπάρχουν δυο είδη αγάπης: Ν’ αγαπάς κάποιον επειδή τον χρειάζεσαι. Και να χρειάζεσαι κάποιον επειδή τον αγαπάς.

Υπάρχει άραγε η αγνή παιδική αγάπη;

Τώρα πια, μέσα από την τηλεόραση και το ίντερνετ κυρίως, ο κόσμος των παιδιών έπαψε να έχει όρια απέναντι στον κόσμο των μεγάλων. Που σημαίνει ότι τα παιδιά έχουν πρόσβαση στον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τον κόσμο και συμπεριφέρονται οι ενήλικοι. Αυτό δεν μπορεί παρά να έχει μια αντανάκλαση και στον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνει τις σχέσεις με το άλλο φύλο και ένα παιδί. Αλλά η αγνή παιδική αγάπη συνηθίζεται σε όλες τις ηλικίες. Όπως υπάρχουν και οι πλατωνικοί έρωτες στην εφηβεία κι αργότερα. Συνυπάρχουν μάλλον, δίπλα στις μεγαλίστικες συμπεριφορές.

Κι εγώ τι θα πρέπει να κάνω;

Οι γονείς ανταποκρίνονται με χίλιους διαφορετικούς τρόπους και σε όλες τις κλίμακες. Μπορεί είτε να δείξουν απόλυτη αποδοχή, είτε να απαγορεύσουν ολότελα μια ερωτική σχέση, ή ακόμα και ένα ερωτικό συναίσθημα. Έχει να κάνει με τις δικές τους ιδέες, με τις προσωπικές τους ιστορίες μάλλον, για το τι σημαίνει έρωτας, ενηλικίωση, εμπιστοσύνη. Δεν ξέρω αν υπάρχουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις γενικές συμβουλές. Λένε ότι δεν μπορείς να ζητήσεις απ’ τον άνεμο να σταματήσει να φυσά, δεν μπορείς να ζητήσεις απ’ τη βροχή να σταματήσει να πέφτει.

Και πώς θα πρέπει να χειριστώ την πρώτη ερωτική απογοήτευση;

Νομίζω ότι το ερωτικό συναίσθημα είναι μια καλή αφορμή για περισσότερες συζητήσεις μέσα στο σπίτι. Ο έφηβος είναι περίεργος και προσπαθεί να καταλάβει και μπορεί και να βρίσκει το θάρρος να ρωτήσει, συνήθως τη μαμά. Είναι μια καλή αφορμή ώστε μέσα στην οικογένεια να αρχίσουν να συζητιούνται πράγματα που σχετίζονται με την ενηλικίωση: τη σεξουαλικότητα και τις προφυλάξεις για το σεξ, τα όνειρα που έχουν οι γονείς για το μέλλον, τις αναζητήσεις και τις αγωνίες που κουβαλά ένα παιδί μεγαλώνοντας, τις ιστορίες που θέλουν να μοιραστούν η μαμά κι ο μπαμπάς από τις σχέσεις τους, νεότεροι, με το άλλο φύλο… Μπορούν μέσα απ’ αυτές τις συζητήσεις οι γονείς να κάνουν το παιδί τους να τα βγάλει πέρα με μια καταιγίδα από συναισθήματα; Ας μείνουμε ταπεινοί, έτσι κι αλλιώς, ο έρωτας ζητά όσα δεν μπορεί να δώσει ο έρωτας.